Τεχνικες Διακοσμησης

Ήδη από τις αρχαιότερες απεικονίσεις υφασμάτων και ενδυμάτων στην εικονογραφία βλέπουμε την ανθρώπινη τάση προς τη διακόσμηση. Προϊστορικά ειδώλια, μινωικές και μυκηναϊκές τοιχογραφίες, αγγειογραφία, γλυπτική, όλες οι απεικονίσεις υφασμάτων εμπεριέχουν κάποιου είδους διακόσμηση, με χρώματα, σχέδια, κρόσσια κ.ο.κ.

Η διεπιστημονική μελέτη των πηγών δείχνει ότι το τελικό αποτέλεσμα της εμφάνισης των αρχαίων ελληνικών υφασμάτων δεν βασιζόταν τόσο στο είδος ύφανσης, αλλά αντιθέτως στην λεγόμενη κοσμητική. Πρόκειται για συνδυασμό ευρείας κλίμακας διακοσμητικών τεχνικών και ειδικής επεξεργασίας τμημάτων ή ολόκληρων υφασμάτων με στόχο την βελτίωση της εμφάνισής τους.

 

Ρίγες και παρυφές

Ένας από τους απλούστερους τρόπους διακόσμησης είναι οι ρίγες με άλλο χρώμα από το φόντο του υφάσματος. Τέτοιες πολύχρωμες ρίγες, αλλά και διακοσμημένες με πολλών ειδών μοτίβα είναι χαρακτηριστικές της διακόσμησης των υφασμάτων σε πολλές χρονικές περιόδους. Πολύ συχνά συνδυάζονται με τη διακόσμηση της παρυφής, και τότε τις βλέπουμε δίπλα, είτε στην αρχική, είτε σε πλευρικές παρυφές των ενδυμάτων. Τέτοιου είδους διακοσμητικές ταινίες αναφέρονται πολύ συχνά και στις γραπτές πηγές.

 

Επίρραπτη διακόσμηση

Εκτός από τις ταινίες που πιθανώς επιρράπτονταν στα ενδύματα, ήδη από την Εποχή του Χαλκού υπάρχει η παράδοση να διακοσμούν τα ενδύματα με επίρραπτα μεταλλικά κοσμήματα πολλών σχημάτων και σχεδίων. Τέτοιου είδους διακοσμητικά κοσμήματα κοσμούσαν για παράδειγμα το ένδυμα της Δέσποινας του Αρχοντικού (540-530 π.Χ.) και αναφέρονται στην αναθηματική επιγραφή ενδυμάτων της Βραυρώνας στα μέσα του 4ου αι. πΧ.

 

Κέντημα

Το κέντημα είναι μια απλή διακοσμητική τεχνική που δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς άρχισε να χρησιμοποιείται. Στην εικονογραφία υπάρχει πληθώρα απεικονίσεων μικρών, επαναλαμβανόμενων διακοσμητικών σχεδίων που εύκολα θα μπορούσαν να έχουν κατασκευαστεί με κέντημα. Στις γραπτές πηγές της κλασικής περιόδου αναφέρεται ο όρος κατάστικτος που φαίνεται να δηλώνει το κέντημα.

Έχουμε την τύχη να έχουν σωθεί δύο κεντήματα από την Αθήνα της κλασικής περιόδου. Το πρώτο, τώρα στο Μουσείο Victoria & Albert στο Λονδίνο, βρέθηκε στο Κορωπί και απεικονίζει μικροσκοπικά λιονταράκια μήκους ενός εκατοστού περίπου που είχαν κεντηθεί με επάργυρη κλωστή πάνω σε λινό ύφασμα. Το δεύτερο προέρχεται από τη Νίκαια και απεικονίζει μικρά λουλουδάκια. Και στις δύο περιπτώσεις η κλωστή του κεντήματος έχει σχεδόν χαθεί εξ ολοκλήρου και υπάρχουν μόνον ίχνη.

 

Κρόσσια

Τα κρόσσια είναι ένας πολύ απλός τρόπος διακόσμησης υφασμάτων. Οι άκρες των κλωστών του στημονιού που περισσεύουν όταν τελειώσει η ύφανση, στρίβονται μεταξύ τους με ποικίλους τρόπους, συγκρατούνται με κόμπους και δημιουργούν διακοσμητικά κρόσσια διαφορετικού μήκους και είδους. Κρόσσια διαφορετικών ειδών απεικονίζονται σε ενδύματα σε Μινωικές και Μυκηναϊκές τοιχογραφίες και έχουν βρεθεί σε υφάσματα από το Ακρωτήρι, τις Μυκήνες και σε αρχαϊκό ύφασμα από την Κέρκυρα.

 

Χρώμα

Το χρώμα ήταν ο κατ' εξοχήν τρόπος διακόσμησης των υφασμάτων κατά την αρχαιότητα. Παρόλο που οι πηγές μας πληροφορούν για πληθώρα χρωστικών από φυτά και ζώα, η μόνη χρωστική που έχει ταυτιστεί σε αρχαιοελληνικό ύφασμα είναι η πορφύρα που έχει βρεθεί σε πρωτογεωμετρικά υφάσματα από τα Σταμνά Αιτωλίας, σε αρχαϊκά υφάσματα από την Κέρκυρα, σε τρία υφάσματα της κλασικής εποχής, από τα Καλύβια, τον Κεραμεικό και το Μαρούσι και σε υφάσματα της ρωμαϊκής εποχής. Φυσικά αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι τα περισσότερα υφάσματα που βρίσκουμε είναι ορυκτοποιημένα, πράγμα που δυσκολεύει την διατήρηση των χρωστικών ουσιών. Όπως θα δούμε όμως στη συνέχεια, υπάρχουν και ορισμένα ίχνη χρωμάτων που περιμένουν ανάλυση για να ταυτιστεί η χρωστική.

 

Ζωγραφική

Σε ένα ύφασμα του 5ου αιώνα π.Χ. από το Κορωπί διατηρούνται ίχνη επιζωγραφισμένου σχεδίου με ρόμβους με μαύρο χρώμα, οι οποίοι έχουν ένα κόκκινο σχέδιο στο εσωτερικό τους. Η χρωστική ουσία δεν έχει περάσει στο εσωτερικό των ινών, αλλά παραμένει στην επιφάνεια, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για ζωγραφική. Ζωγραφική σε υφάσματα αναφέρεται και στις γραπτές πηγές της κλασικής περιόδου.

 

Διακοσμητικό υφάδι

Δύο υφάσματα από το Κορωπί διατηρούν ίχνη μαύρης κλωστής ανάμεσα στις κλωστές του υφάσματος. Στο ένα τα ίχνη αυτά βρίσκονται πολύ κοντά στη διατηρημένη πλευρική παρυφή. Δεν φαίνεται να προέρχονται από κέντημα, αλλά περισσότερο από πρόσθετο, διακοσμητικό υφάδι. Δυστυχώς οι χρωστικές του ζωγραφικού σχεδίου και του πρόσθετου υφαδιού δεν έχουν ακόμα αναλυθεί.

 

Πλισσέ υφάσματα

Μία διακοσμητική επεξεργασία των ενδυμάτων, χαρακτηριστική της αρχαϊκής και της κλασικής περιόδου, είναι οι μόνιμες πιέτες. Τα κείμενα αναφέρουν διάφορους όρους που σχετίζονται με πλισσέ ενδύματα και το πλισάρισμα σε πρέσσα ήταν δουλειά των κναφέων, που ασχολούνταν με το φινίρισμα των υφασμάτων. Τα υφάσματα πιθανότατα βρέχονταν, οι πιέτες δημιουργούνταν στο επιθυμητό πλάτος και στερεώνονταν για να μην αλλάξουν θέση και έτσι διπλωμένα έμπαιναν στην πρέσσα που τα πίεζε. Όταν έβγαιναν, οι πιέτες έμεναν πλέον στη θέση τους μέχρι το επόμενο πλύσιμο του υφάσματος.

 

Υφάσματα με κατσαρές γραμμές

Στην εικονογραφία βλέπουμε πολύ συχνά ενδύματα με κάθετες, κατσαρές γραμμές που θυμίζουν κρεπ υφάσματα. Μία ερμηνεία είναι ότι αυτό το εφφέ επιτυγχάνεται με τη χρήση πολύ δυνατά στριμμένων κλωστών που στρίβουν σαν καλώδια από μόνες τους και δημιουργούν αυτό το οπτικό αποτέλεσμα.

Μία δεύτερη ερμηνεία είναι ότι οι κάθετες γραμμές δηλώνουν λεπτές πιέτες πάνω σε φαρδύ, αλλά λεπτής ποιότητας ύφασμα, οι οποίες όταν το ένδυμα φορεθεί, μαζεύονται και κατσαρώνουν ειδικά στο πάνω μέρος του ενδύματος, ενώ στο κάτω μέρος πέφτουν πιο ευθείες και το ύφασμα φαίνεται πλισσέ.

 

Επεξεργασία με ελαιόλαδο

Η επεξεργασία με λάδι ήταν πολύ χρήσιμη σε πολλά στάδια της κατασκευής υφασμάτων και αναφέρεται ήδη από τον Όμηρο. Ο λόγος είναι ότι το λάδι προσφέρει στις ίνες την απαραίτητη υγρασία κατά το γνέσιμο και αποτρέπει το μπλέξιμο και το σπάσιμο των κλωστών κατά την ύφανση.

Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες το λάδι συνδέεται με έναν συγκεκριμένο τύπο ενδυμάτων της κλασικής εποχής, τα λεγόμενα αμοργίνα, πολύ λεπτά, λινά ενδύματα εξαιρετικής ποιότητας που άφηναν να διαφαίνεται το σώμα. Ετυμολογικά ο όρος συνδέεται με τον όρο αμόργη, σήμερα μούργα, που δηλώνει το κατακάθι του λαδιού. Στην Κρήτη υπάρχει ακόμα η παράδοση να βουτούν μάλλινα υφάσματα σε λάδι για να λάμπουν και να είναι μαλακά. Είναι πολύ πιθανόν και τα αρχαία αμοργινά υφάσματα να ήταν επεξεργασμένα με λάδι για να λάμπουν, να είναι μαλακά και να αυξάνεται το οπτικό εφφέ της διαφάνειας.