Λεξη απριλιου: κροκος

Cueilleuse_de_safran,_fresque,_Akrotiri,_Grèce.jpg

Ο κρόκος, γνωστός και με τις ονομασίες ζαφορά και σαφράν(ι), είναι φυτό από το οποίο παράγεται ένα από τα πιο ακριβά μπαχαρικά στον κόσμο, από την αρχαιότητα και μέχρι σήμερα. Το σαφράν(ι) προέρχεται από τον ύπερο του άνθους του φυτού κρόκος, η επιστημονική ονομασία του οποίου είναι Κρόκος ο ήμερος (Crocus sativus longiflorus).

Η ξένη ονομασία σαφράν προέρχεται από το γαλλ. safran, από το μεσαιων. λατ. safranum, από αραβ. za'farān κι αυτό από περσ. zarparan, “άνθος με χρυσά πέταλα”.

Η ελλην. λέξη συζητείτο αν είναι δάνειο, βλ. ακκαδ. kurkanu, εβρ. karkom και σανσκρ. kunkuma (μάλλον δάνειο κι αυτό). Από την άλλη, κι αυτά μπορεί να είναι δάνεια λέγει ο O. Massson, Emprunts semitiques 1967, ίσως από τα μινωϊκά;

Η υπόθεση της προέλευσης στη δυτική ή κεντρική Ασία πάντως έχει πλέον διαψευσθεί από τη βοτανική (Mathew B. 1977, «Crocus sativus and its allies (Iridaceae)», Plant Systematics and Evolution 128).

Πράγματι, πολλοί τώρα υποστηρίζουν ότι η καλλιέργειά του άρχισε στον ελλαδικό χώρο, καθώς η χρήση τού κρόκου απαντάται ήδη στην Μινωική αλλά και στην Κλασική Ελλάδα, όπου χρησιμοποιείτο ως αρωματικό (Όμηρος) και ως χρωστική ουσία. Κατάγεται ειδικότερα από την Κρήτη τής εποχής τού Χαλκού (Benda-Weber Ι. 2014 «Krokotos and crocota vestis», στο Purpurae Vestes IV, 129-142· Grilli Caiola Μ. και Canini Α.,«Looking for Saffron’s Parents», Functional Plant Science and Biotechnology 4) και από εκεί διαδόθηκε στη Μέση Ανατολή. [Βλ. και McGee H. 2004 On Food and Cooking: The Science and Lore of the Kitchen, Scribner· Guillaume J. 2010 Ils ont domestiqué plantes et animaux : Prélude à la civilisation. Éditions Quæ].  

Πασίγνωστες είναι οι τοιχογραφίες 35 αιώνων από το Ακρωτήρι της Σαντορίνης με τις κροκοσυλλέκτριες που εκτίθενται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Χιλιάδες στήμονες του φυτού έπρεπε να συλλεχθούν για να πάρουν ικανή ποσότητα βαφής για τα υφάσματα (150.000-160.000 για ένα κιλό βαφής! βλ. άνω Benda-Weber 2014, 130). Στους αρχαίους Έλληνες όμως ήταν γνωστές και οι φαρμακευτικές και θεραπευτικές ιδιότητες του κρόκου και τον χρησιμοποιούσαν ως  αναισθητικό, για να καταπολεμήσουν την αϋπνία και τα δυσάρεστα αποτελέσματα της μέθης. Επίσης χρησιμοποιείτο, όπως και σήμερα, στην ζαχαροπλαστική, την αρτοποιία, την μαγειρική, π.χ. στην ισπανική παέγια, την περσική, την ινδική κουζίνα.

Πολλές οι εκφράσεις, τα παράγωγα, τα σύνθετα και ονομαστικά που βασίζονται στον όρο αυτόν και που, στην πλειονότητά τους αφορούν σε ενδύματα βαμμένα με την χρωστική αυτή (κρόκεος, κροκόβαπτος, κροκοβαφής, κροκώδης, κροκόεις, κροκωτίδια, κροκωτός, κροκωτοφορῶν, κροκόπεπλος…). Βλ. το κρόκεον εἷμα του Ιάσωνα, Πίνδαρος Πυθ. 4, 232 και το κροκωτὸν σπάργανον του Ηρακλή, Πίνδαρος Νεμ. 1, 38.Ο πέπλος μπορεί να είναι κροκόειςπέπλον[…]πυσχ[ καὶ κλε[. .]σαω / κροκόεντα[ / πέπλον πορφυ[ρ…, Σαπφώ 5, 95 D. Βέβαια χρησιμοποιείται και μεταφορικά, στην ποίηση, επί παραδείγματι κροκόπεπλος στον Όμηρο για την αυγή (Ἠὼς μὲν κροκόπεπλος…).

Στη γιορτή για την Αρτέμιδα στην Βραυρώνα, τα ἀρκτεῖα (Ἄρκτος ἐν Bραυρωνίοις),τα μικρά κοριτσάκια φορούσαν τον κροκωτόν για να χορέψουν (Ἀριστοφ. Λυσιστρ.  645· Σούδα, s.v. Ἄρκτος) και οι μεγαλύτερες γυναίκες, κροκωτὸν ἠμφιεσμέναι, προσέφεραν στη θεά, μεταξύ άλλων, υφαντικά εργαλεία κλπ. και κροκωτά υφάσματα (επιγραφές IG Ι386.22· IG ΙΙ1514.60, 62), κροκόεσσαν στολήν (Εὐριπίδης Φοίν.  1491).

Αλλά και σε ορισμένες διονυσιακές τελετές οι γυναίκες έφεραν κροκωτόν, κρόκινο φόρεμα και υποδήματα (Πολυδ. 7, 94, 16-18: αἱ δὲ Βαυκίδες πολυτελὲς ἦν ὑπόδημα, κροκοειδές), άλλοτε έκαναν και σπονδές με νερό χρωματισμένο κρόκινο (κρόκου βαφὰς δ’ ἐς πέδον χέουσα, Αἰσχύλος Ἀγαμ. 239).

Κροκωτό βάθος είχε και ο πασίγνωστος πέπλος που ανετίθετο κάθε χρόνο στην Αθηνά με αφορμή την εορτή των Παναθηναίων για να ντύσει το ξόανο της θεάς, καθώς και εκείνος που προσφερόταν κάθε τέσσερα χρόνια, στα Μεγάλα Παναθήναια και είχε τη μορφή ιστίου πάνω σε τριήρη με ρόδες. Ήταν δε διακοσμημένος με σκηνή Γιγαντομαχίας σε πορφυρές αποχρώσεις, οι οποίες μπορούμε να φανταστούμε πόσο ωραία θα αναδεικνύοντο πάνω στο κροκωτό φόντο του υφάσματος (Εὐριπίδης Ἑκάβη 465-474, Σχόλια Εὐρ. Ἑκ. 468.7· Stamatopoulou Z. 2012 "Weaving Titans for Athena: Euripides and the Panathenaic Peplos (Hec. 466-474 and IT 218-24)", Classical Quarterly 62.1, 72-80 με παραπομπές).

Το κρόκον, όπως και σήμερα ο κροκόςτού αυγού (και κορκός στα κρητικά).